Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Λουκιανού: Νεκρικοὶ Διάλογοι.

Το πιο γνωστό από τα διαλογικά κι ίσως από το σύνολο των έργων του, οι Νεκρικοὶ Διάλογοι, είναι ίσως και το πιο αντιπροσωπευτικό του Λουκιανού. Η κυνική λαϊκή φιλοσοφία, που εκφέρεται από τον Μένιππο, τον Διογένη και άλλους κυνικούς – πρόσωπα των διαλόγων, η σκωπτική σατιρική διάθεση, η γερή ιστορική και φιλολογική κατάρτισή του, και όπως πάντοτε το ισορροπημένο αττικό ύφος του.
Οι Νεκρικοὶ είναι τριάντα διάλογοι που διαδραματίζονται στον κόσμο του Άδη: ο βαρκάρης που απαιτεί να απαλλαγούν οι επιβάτες του από τα περιττά φορτία, πλούτο εξουσίες δόξα ομορφιά, οι σκιές στις ζοφώδεις γαλαρίες, το κουβεντολόι των κρανίων. Ο Πλούτωνας, ο Χάροντας, ο Μίνωας, ο Ερμής, οι κυνικοί φιλόσοφοι, αλλά και πολλοί διάσημοι -άλλοτε ιστορικά, άλλοτε του μύθου πρόσωπα, κυρίως ομηρικοί ήρωες-, και που άλλη κουβέντα δεν έχουν από τη ματαιότητα των γήινων αγαθών. Ο Άδης γίνεται ο τόπος της οριστικής ισότητας, αλλά και το ύστατο μέτρο της ανθρώπινης εμπειρίας. Όμως και εντούτοις, πάλι κατά τον Λουκιανό, απομένει μία εσχάτη αξία: η καλή φήμη που άνθρωποι μετρημένοι και ολιγαρκείς, όπως οι αληθινοί κυνικοί φιλόσοφοι, αφήνουν πίσω τους, στον κόσμο των ζωντανών.

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Γραφές και περιγραφές του ερωτικού σώματος / κριτική / Ο θάνατος του μισθοφόρου.

Γραφές και περιγραφές του ερωτικού σώματος

E-mail Εκτύπωση
altΓια το μυθιστόρημα του Αντώνη Νικολή Ο θάνατος του μισθοφόρου (εκδ. Το Ροδακιό).
Του Δημήτρη Χριστόπουλου
Στο προηγούμενο βιβλίο του, Ο Δανιήλ πάει στη θάλασσα (εκδ. Το Ροδακιό) ο Αντώνης Νικολής –καλύτερα, ο ήρωας και αφηγητής Μιχάλης– διαπιστώνει: «Υπάρχει κάτι στην Εγγύς Ανατολή, σκέφτομαι καμιά φορά, δεν αποκλείεται η κούραση από τις χιλιετίες της κατοίκησης στα ίδια μέρη, τόποι και πόλεις οι ίδιες, άλλοτε σε ακμή, άλλοτε σε μαρασμό, υπάρχει κάτι εδωπέρα που βαριέται αφόρητα το περιττό, που χαρίζει υψηλή αισθητική αξία σ’ ό,τι εξοικονομεί το ελάχιστο αναγκαίο. Φέρε αυτό που φτιάχνεις, να γίνει τόσο όσο ακριβώς το χρειάζεσαι. Μικρό ή μεγάλο όσο η χρεία του. Τότε θα είναι και αδιαφιλονίκητα όμορφο» (σελ. 34). Έχοντας αποκομίσει εξαιρετικά επαινετικές κριτικές για τα δύο πρώτα βιβλία αυτής της «τριλογίας», επανέρχεται έπειτα από δύο ακριβώς χρόνια, με ένα καινούργιο μυθιστόρημα, ουσιαστικά προέκταση του προηγούμενου, λες και έπρεπε να βρει ο ίδιος την κάθαρση για λογαριασμό των ηρώων του.

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

Λουκιανός, ο Σύρος αττικιστής.


Πρωτοήρθα σε επαφή με κείμενα του Λουκιανού μαθητής βέβαια, περισσότερο στη σχολή, αργότερα αγαπούσα να τον διδάσκω, πριν από μερικά χρόνια με πολλή απόλαυση διάβασα ως και την τελευταία γραμμή των απάντων του. Εντρυφώντας στη γραμματεία της Δεύτερης Σοφιστικής δε γίνεται να μην κάνω και πάλι μια μεγάλη στάση στο έργο του. Στον Λουκιανό αντανακλώνται κατά τρόπο συχνά απλοϊκό, όμως με χάρη, πολλές από τις αξίες της κλασικής λογοτεχνίας, αποτελεί άλλωστε ένα θαυμάσιο πάτημα όταν κατευθυνόμαστε πίσω προς τους κλασικούς, ένα σταθμό σε πλησιέστερη σ' εμάς εποχή. Επίσης –κι αυτό κι αν είναι θαυμαστό- δεν είναι μόνο ο Σύρος αττικιστής, αλλά κι ο τελευταίος που διακόνησε γόνιμα δημιουργικά και παρά τη μεγάλη χρονική απόσταση την ενδοξότερη συγχρονία της ελληνικής γλώσσας, την κλασική αττική διάλεκτο.
Υπάρχουν δύο συγγραφείς της ελληνικής γλώσσας -δεν ξέρω να πω αν και λογοτέχνες- που εκτιμώ για τη δουλειά τους στη γλώσσα ή για το βλέμμα προς τους σύγχρονούς τους, διαφορετικοί οπωσδήποτε, συγγραφείς που άλλωστε αγαπώ πολύ, ο Λουκιανός αρχαιότερος, και νεότερος ο Εμμανουήλ Ροΐδης (28/6/1836-7/1/1904). Αλλά τον Λουκιανό τον συνδέω συνειρμικά και μ’ έναν άλλον πολυαγαπημένο, κι αυτόν εξόριστο από τη μητρική του, και που εξόχως ευδοκίμησε σε ανάδοχη γλώσσα (ετούτος στην αγγλική), τον Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ (22/4/1899-2/7/1977).
Ο Λουκιανός, σοφιστής και συγγραφέας: οι κύριες ιδιότητές του, γεννήθηκε περί το 120 μ.Χ. στα Σαμόσατα, την πρωτεύουσα της Κομμαγηνής, στον πάνω Ευφράτη της Συρίας. Ονόμαζε τον εαυτό του Σύρο (γράφω δὲ Ἀσσύριος ἐὼν/ και γράφω όντας Σύρος, αν δεχτούμε ως γνήσιο έργο το «Περὶ τῆς Συρίης θεοῦ», παρ. 1), αλλά και στο διάλογο «Δὶς κατηγορούμενος» (παρ. 27), όπου βάζει την προσωποποιημένη Ρητορική να τον μέμφεται πως την πρόδωσε παρόλο που εκείνη τον μάζεψε και τον περιέθαλψε όταν περιπλανιόταν στην Ιωνία «μειράκιον ὄντα, βάρβαρον ἔτι τὴν φωνὴν καὶ μονονουχὶ κάνδυν ἐνδεδυκότα εἰς τὸν Ἀσσύριον τρόπον», τότε που όχι μόνο μιλούσε τη συριακή γλώσσα αλλά ήτανε ντυμένος και ως Σύρος.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Το δελτίο τύπου.



ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΗΣ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΙΣΘΟΦΟΡΟΥ


Φωτογραφία στο εξώφυλλο: ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΝΤΖΑΚΟΣ
Σχήμα 15 Χ 23,  σελ 295,  τιμή: 16 €
Εκδόσεις Το Ροδακιό, Σεπτέμβριος 2016 – μυθιστόρημα – ISBN  978–960–8372–97–9

Μια έντονη και ασυνήθιστη εσωτερική περιπέτεια μέσα στις πιο αναμενόμενες ανθρώπινες και κοινωνικές συνθήκες. Αναζητώντας τη λέξη που καιριότερα θα περιγράψει το καινούριο μυθιστόρημα του Αντώνη Νικολή ο νους σταματά στη λέξη περιπέτεια. Και πράγματι η κλίμαξ ανόδου και καθόδου που έστησε ο συγγραφέας για τον ήρωά του καλύπτει και τις πέντε ερμηνείες της λέξης στο Βικιλεξικό: 1. η τροπή των καταστάσεων που δεν αναμένεται και προκαλεί έντονα συναισθήματα, 2. μια σειρά από γεγονότα με απρόοπτα που προκαλούν αγωνία, 3. η αιφνίδια μεταβολή του ήρωα από την ευτυχία στη δυστυχία, από την ελπίδα στην απόγνωση κ.λπ. και το αντίστροφο, 4. γεγονότα με δράση, αγωνία, ένταση κ.λπ., 5. σύντομη κι επιφανειακή ερωτική σχέση.
Το μικροσκόπιο του πάθους φτάνει στα πιο κρυφά μονοπάτια της ψυχής του ήρωα, συγγραφικοί προβολείς σαρώνουν τον τόπο της δράσης ενώ ο χρόνος διχοτομείται ανάμεσα στο παιχνίδι και το δράμα. Για το ύφος και τη γλώσσα του συγγραφέα έχει εκφραστεί το σινάφι:
«Μέσα στο σύνθετο αυτό θεματικό τοπίο προβάλλεται με εντυπωσιακό τρόπο η ευρηματική, δημιουργική αξιοποίηση της γλώσσας ως διαύλου όχι μόνον πληροφοριών αλλά κυρίως συναισθημάτων με την αμεσότητα του προφορικού λόγου και με χαρακτηριστικά υφολογικά στοιχεία τη μεταφορά ή την αφοριστική διατύπωση.» (Άλκηστις Σουλογιάννη, Bookpress, 26/3/2016)
«Άλλωστε, ένα από τα χαρακτηριστικά του Αντώνη Νικολή είναι αυτή ακριβώς η εμμονή με τη γλώσσα, που ποτίζει την αναγνωστική εμπειρία και την οδηγεί ως το τέλος.» (Νίκος Βατόπουλος, Καθημερινή, 22/11/2014)
 «Έχει ατίμητη προίκα την απαράμιλλη γλώσσα, απ’ το ιδίωμα του τόπου της μέχρι τις σπάνιες λέξεις από όλη την ελληνική, με την κοινή λέξη σωστή κι όχι χυδαία και τη λόγια λέξη εύστοχη και όχι επιδεικτική.» (Μάγδα Τσιρογιάννη, Διάστιχο, 1/12/2012)
«Το πιο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό στη γραφή του Αντώνη Νικολή - πέρα από τη γνωστή δεινότητά του - είναι ο αντιδραματικός τόνος του που δεν έχει καμία σχέση με την αποστασιοποίηση. Ο Νικολής μπαίνει ολόσωμος στο δράμα χωρίς ούτε μια στιγμή να ζητάει τη συνδρομή της δραματικής γλώσσας.» (Ρούλα Γεωργακοπούλου, Τα Νέα, 3/6/2012)

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

Με τη Σπυριδούλα Αποστολού.


Η Σπυριδούλα αγαπάει πολύ τη Διονυσία. Δε θυμάμαι πότε γνωριστήκαμε –στο facebook-, έκτοτε με νοιάζεται.
Η Σπυριδούλα Αποστολού, φιλαναγνώστρια σπάνιας ιδιοσυγκρασίας, μπορεί να συζητάει στο ίμποξ για λογοτεχνία, με διεισδυτικότητα που θα ζήλευαν πανεπιστημιακοί φιλόλογοι, και ήσυχα να διακόπτει τη συζήτηση γιατί έχει να καθαρίσει χόρτα. Καμία επιτήδευση, καμία – μα καμία ιδιοτέλεια. Φιλαναγνώστρια ακραιφνής.
Αν τύχει και δε δώσω σημεία για μέρες, ψάχνει μήπως έπαθα τίποτε. Αξιοπρεπής, διακριτική. Και υπερήφανη. 
Πολύ λίγοι με στήριξαν ως συγγραφέα με την ποιότητα που το κάνει η Σπυριδούλα. Με στενοχωρεί μόνο που συνεχίζει να μου απευθύνεται στον πληθυντικό, παρόλο που βέβαια έχει δίκιο. Ήμουνα παιδί, κι ο Σαχτούρης μού μίλαγε στον πληθυντικό: «Στον πληθυντικό, πάντοτε. Τον πληθυντικό μού τον επέβαλε ο Εγγονόπουλος. Επέμενε να μιλάμε ο ένας στον άλλον στον πληθυντικό».