Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Ὀδυσσεὺς Λαερτιάδης (Οδ. Ι. 19 – 21 και 502 – 505).


(Ο Οδυσσέας αποκαλύπτει στον Αλκίνοο τα στοιχεία της ταυτότητάς του: όνομα, πατρώνυμο, ιδιότητα / δημόσιο κύρος, τόπο καταγωγής / γαῖαν – πατρίδα. Ένα είδος δελτίου ταυτότητας, που με περισσή περηφάνια είχε βροντοφωνάξει και στον κύκλωπα Πολύφημο αφού τον τύφλωσε, στο πλοίο πια κι απ’ τ’ ανοικτά της θάλασσας, κι ας πρόδιδε το στίγμα του στον τυφλό γίγαντα που εκσφενδόνιζε βράχους προς το πέλαγος, γιατί δεν το καταδεχόταν να παραμείνει ο Οὔτις, ο Κανένας, όπως του είχε συστηθεί με πανουργία όσο βρισκόταν παγιδευμένος στη σπηλιά του.
Η συνείδηση της ατομικότητας, πρώιμη ακόμη -γενικότερα στα έπη-, αλλά και με πολλή χαρά αποκτημένη.)

(στ. 19 – 21)
Εἴμ’ Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης, ὃς πᾶσι δόλοισιν
ἀνθρώποισι μέλω, καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει.
Ναιετάω δ’ Ἰθάκην ἐυδείελον∙
Είμαι ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη, αυτός που συζητιέται απ’ όλους τους ανθρώπους για τους στρατηγικούς του δόλους, και που η καλή μου φήμη φτάνει ίσαμε τον ουρανό. Και κατοικώ στη λαμπερή, την περίφημη Ιθάκη.

(στ. 502 – 505)
Έι, κύκλωπα, κι αν κανένας άνθρωπος, κανένας θνητός, σε ρωτήσει για τη βλάβη του τυφλού ματιού σου, πες του πως σε τύφλωσε ο Οδυσσέας, αυτός που κυριεύει τις πόλεις, ο γιος του Λαέρτη πες του, που μένει στην Ιθάκη.
  
[Ομήρου Οδύσσεια, ραψωδία ι, στίχοι 19 – 21 και 502 – 505]