Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

Χάλκεος ὕπνος / χάλκινος ύπνος (Ιλ. Λ. 241).



Είναι πολλές οι περιφράσεις – μεταφορές για τη στιγμή που χτυπημένος παραδίδεται στο θάνατο ένας ήρωας, οι συνηθέστερες του τύπου: (Ιλ. Δ. 526) τὸ δὲ σκότος ὄσσε κάλυψε / το σκοτάδι κάλυψε τα μάτια, ή η παρεμφερής (Ιλ. Ε. 310) ἀμφὶ δὲ ὄσσε κελαινὴ νὺξ ἐκάλυψε / σκοτεινή νύχτα τού σκέπασε τα μάτια, κ.ά., αλλά ιδιαίτερη και τούτη, για το ψηλό ομορφόπαιδο από τη Θράκη, τον Ιφιδάμαντα, το γιο του Αντήνορα.

ὣς ὁ μὲν αὖθι πεσὼν κοιμήσατο χάλκεον πνον
κι έτσι αυτός (ο Ιφιδάμαντας) έπεσε κει και κοιμήθηκε το χάλκινο ύπνο
Το θάνατο από τη χάλκινη λόγχη του κονταριού του Αγαμέμνονα. Και δεν πρόλαβε, ο καημένος, να χαρεί τη γυναίκα του, νιόπαντρος, κι ας έδωσε γι' αυτήν εκατό βόδια κι άλλα χίλια πρόβατα και κατσίκια.

(Η εικονογράφηση, μόνο συνειρμική, βέβαια. Χάλκινη κεφαλή του θεού Ύπνου, 3ος αιών. π.Χ.)


[Ομήρου Ιλιάδα, ραψωδία Λ, στίχος 241]